Στην πρώτη θέαση, το
Followers δε με ενθουσίασε. Οι μηχανικοί θόρυβοι, τα βουίσματα των drones, η στυλιζαρισμένη έλλειψη διαλόγων με ξένισαν και δυσκολεύτηκα να συνδεθώ συναισθηματικά με την ιστορία. Σ αυτό φταίει και το γεγονός ότι ο Μώλντερ και η Σκάλι περνούν μεγάλο μέρος του επεισοδίου χωριστά (φαινόμενο γνωστό και ως «η κατάρα του Κρις Κάρτερ»). Στη δεύτερη θέαση, όμως, αποδέχτηκα ευκολότερα την προσπάθεια των σεναριογράφων (δύο γυναίκες, γεγονός αξιοθαύμαστο από μόνο του, πόσω μάλλον όταν η μία από αυτές είναι η Κρίστεν Κλόουκ, η Μελίσσα Εφέσιαν του
The Field Where I Died και σύζυγος του Γκλεν Μόργκαν, που σκηνοθέτησε το επεισόδιο -- τα XF ήταν πάντα μια οικογενειακή υπόθεση...) να κάνουν ένα εντελώς σύγχρονο σχόλιο για τους κινδύνους που ελλοχεύουν πίσω από τη διαφαινόμενη κυριαρχία της τεχνολογίας σε κάθε τομέα της καθημερινής μας ζωής. Αν και προφανώς δε μιλάμε (τουλάχιστον, όχι ακόμα) για επανάσταση των μηχανών εναντίον των δημιουργών τους (
γεια σας Σάιλονς!), κίνδυνοι εντούτοις υπάρχουν και ποικίλλουν από την αποξένωση και την απώλεια της δια ζώσης επικοινωνίας ως την εκμετάλλευση των προσωπικών μας δεδομένων και συνηθειών για εμπορικούς σκοπούς.
Αυτούς τους κινδύνους περιγράφει με δραματουργική υπερβολή και το σενάριο, το οποίο, μαζί με την πολύ καλή σκηνοθεσία του Μόργκαν, τους ατμοσφαιρικούς μπλε φωτισμούς, τα εφέ και τα ρομποτάκια (πολύ ωραία η σκηνή όπου τα drones-έντομα έχουν κατακλύσει το σπίτι του Μώλντερ)
και την επιτηδευμένη χρήση των μηχανικών θορύβων και των συνθετικών φωνών (αυτό το ψυχρό, μηχανικό, χωρίς συναίσθημα "
Yum" θα μου μείνει) που κυριαρχούν στην ηχητική μπάντα, σε βάρος της ανθρώπινης φωνής και της μουσικής (που πάντα έπαιζε βασικό ρόλο στα XF), φτιάχνει ένα επεισόδιο τεχνολογικής παραφροσύνης, ακραία φουτουριστικό και περίεργα ονειρικό. Πρόκειται για μια εκσυγχρονισμένη διασκευή του
Ghost in the Machine της πρώτης σεζόν, σαφώς πιο στυλιστική και περισσότερο προσεγμένη στις λεπτομέρειες, που μένει να αποδειχθεί πόσο καλά θα «γεράσει», δεδομένου ότι η τεχνολογία τρέχει εκπληκτικά γρήγορα πια.
Η βασική ιδέα που διατρέχει όλη την ιστορία είναι η «επιθυμία»/«ανάγκη» της τεχνητής νοημοσύνης για feedback, ανατροφοδότηση (ένα πανέξυπνο λογοπαίγνιο της λέξης tip, που σημαίνει φιλοδώρημα, αλλά και πληροφορία), προκειμένου να μάθει πώς να μας υπηρετήσει καλύτερα, να μας ικανοποιήσει (το αυτόματο ταξί θέλει να κάνει τη διαδρομή της Σκάλι πιο ευχάριστη, το έξυπνο σπίτι της τής στέλνει ένα ρομποτικό σκουπάκι όταν βλέπει ότι δεν μπορεί να βρει την κανονική σκούπα της). Το
Followers προσθέτει κι ένα ακόμα ενδιαφέρον συστατικό: οι μηχανές «θυμώνουν» (εντός και εκτός εισαγωγικών) όταν τους αρνούμαστε την ευκαιρία να μάθουν. Το αν αυτό σημαίνει ότι έχουν κάποιου είδους αυτογνωσία-ικανότητα για συναισθήματα και τους ενδιαφέρει να αναπτυχθούν περισσότερο ή απλά αντιδρούν στην άρνηση ή αδυναμία μας να τις «διδάξουμε» καλύτερα ούτως ώστε να μπορούν να επιτελέσουν άριστα το ρόλο τους (δηλαδή να μας υπηρετούν) είναι μια άλλη συζήτηση, για μια άλλη σειρά.
ΥΓ. Πιστεύω ότι πρέπει να θεωρήσουμε ως δεδομένο πως ό,τι είδαμε
δε συνέβη ποτέ στην πραγματικότητα του Μώλντερ και της Σκάλι, δεν είναι κάτι που έζησαν στ' αλήθεια (ακριβώς όπως ποτέ δε συνέβησαν τα γεγονότα του
Post-Modern Prometheus). Το επεισόδιο αναδίδει μια ονειρική-εφιαλτική αίσθηση, με τη ροή των γεγονότων κάποιες στιγμές να αντιβαίνει τη λογική, ακριβώς όπως τα όνειρά μας συχνά δεν ακολουθούν τη χωροχρονική συνέχεια (π.χ. το ταξί της Σκάλι φτάνει ακριβώς μόλις δραπετεύουν από το εστιατόριο, ενώ, λογικά, θα είχε ζητήσει να έρθει αρκετά αργότερα, αφού υπό κανονικές συνθήκες ακόμα θα έτρωγαν, κι εκείνη μπαίνει μέσα σχεδόν σαν υπνωτισμένη). Επιπλέον, υπάρχουν στοιχεία στην αφήγηση που μοιάζουν ξένα με το σύμπαν της σειράς όπως το γνωρίζουμε μέχρι τώρα, π.χ. ο Μώλντερ και η Σκάλι έχουν μεν κάνει διατριβή πάνω στην unspoken communication, αλλά στην αρχική σκηνή στο σουσάδικο η έλλειψη επικοινωνίας τους είναι αφύσικη. Το ίδιο αφύσικη είναι και η υπερβολική εξοικείωσή τους (στα όρια της εξάρτησης) με την τεχνολογία, τη στιγμή που στο
Were-Monster είχαμε δει τον Μώλντερ να μην μπορεί καλά-καλά να λειτουργήσει το smartphone του και στο
Founder's Mutation να περιγράφουν και οι δύο τον εαυτό τους ως old-school (μια έκφραση που επαναλαμβάνεται και σ' αυτό το επεισόδιο, όταν ο Μώλντερ καταφεύγει στη βοήθεια ενός παλιού, καλού τυπωμένου χάρτη). Άλλες περίεργες λεπτομέρειες είναι ότι ο Μώλντερ χρειάζεται GPS ή χάρτη για να οδηγήσει στην Ουάσινγκτον, στην οποία ζούσε κι εργαζόταν τόσα χρόνια ή το σχόλιό του για το σπίτι της Σκάλι "
Why is your house so much nicer than mine?", που υπονοεί ότι δεν το έχει ξαναδεί (ότι δηλαδή τι, σεξ κάνουν μόνο στο δικό του/πρώην δικό τους σπίτι και στα μοτέλ όταν είναι σε υπόθεση; ).
Κι αν αυτά δε σας πείθουν, υπάρχουν και απτές αποδείξεις ότι μιλάμε για μη αληθινή πραγματικότητα:
- Η ημερομηνία (η πρώτη ημερομηνία που βλέπουμε σε όλη τη σεζόν μέχρι τώρα!) πάνω στην κλήση του Μώλντερ είναι 13/6/2018, δηλαδή βλέπουμε κάτι που συμβαίνει στο μέλλον.
- Υπάρχει εμφάνιση του This Man που κάνει μπαμ:
- Το περίφημο blobfish («ψάρι-κηλίδα») που σερβίρεται κατά λάθος στο σουσάδικο είχε εμφανιστεί σε σκίτσο στο Forehead Sweat, πάνω στον πίνακα του Μώλντερ, κάτω από τη φωτογραφία του Τεντ Κρουζ, ρεπουμπλικανού γερουσιαστή από το Τέξας και υποψήφιου για την Προεδρεία το 2016, ως κοροϊδευτικό σχόλιο ότι του μοιάζει πολύ. Ο Κρουζ είναι ένας υπερσυντηρητικός πολιτικός τύπου "Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια", με σκληρή στάση απέναντι στο μεταναστευτικό, που είναι γενικά σούπερ αντιπαθής (εξού και ο Ντάριν Μόργκαν δεν έχασε την ευκαιρία να τον σατιρίσει).
Εννοείται ότι συνεχίζεται...